Η Υπερηχογραφική Παρακολούθηση της Κύησης
Η υπερηχογραφία κατέχει σημαντική θέση στην παρακολούθηση της κύησης στην εποχή μας. Είναι δυνατή πλέον η έγκαιρη και ακριβής διάγνωση πολλών ανατομικών και χρωμοσωμικών ανωμαλιών του εμβρύου καθώς και γενετικών συνδρόμων. Παθολογικές κυήσεις ανιχνεύονται έγκαιρα (χαρακτηριστικό παράδειγμα η εξωμήτριος κύηση, που παλιότερα, λόγω καθυστερημένης διάγνωσης, γινόταν απειλητική για τη ζωή της εγκύου). Η ευρεία χρήση της υπερηχογραφίας στην κύηση οδήγησε όμως και στην υπερβολή. Πιστεύεται πλέον ότι κάθε συγγενής ανωμαλία του εμβρύου είναι δυνατόν να διαγνωστεί προγεννητικά και ότι παθήσεις που ανακαλύπτονται μετά τη γέννηση διέφυγαν από τον υπερηχογραφικό έλεγχο. Αποτελεί τεράστια πλάνη να πιστεύουμε ότι διενεργώντας πλήρη υπερηχογραφικό έλεγχο του εμβρύου διασφαλίζουμε τη γέννηση ενός υγιούς παιδιού. Απλώς μειώνουμε τις πιθανότητες γέννησης παιδιού με σοβαρές συγγενείς ανωμαλίες. Ακόμη και στα πιο έμπειρα χέρια είναι δυνατόν να διαφύγουν της διάγνωσης πολλές εμβρυϊκές παθήσεις. Υπάρχουν νοσήματα που είναι αδύνατον να διαγνωστούν προγεννητικά με τον υπερηχογραφικό έλεγχο ή και με επεμβατικές μεθόδους (αμνιοκέντηση, λήψη τροφοβλάστης). Στόχος του παρόντος άρθρου είναι να ενημερωθούν οι μέλλοντες γονείς για τις δυνατότητες και τους περιορισμούς των υπερηχογραφικών εξετάσεων.
Τα βασικά υπερηχογραφήματα κατά την ομαλά εξελισσόμενη κύηση είναι τέσσερα.
Το πρώτο πρέπει να γίνεται όταν η έγκυος έχει καθυστέρηση εμμήνου ρύσεως 10-15 ημερών. Βασικό στόχο έχει τον αποκλεισμό της εξωμητρίου κυήσεως, τη διαπίστωση εμβρυϊκής καρδιακής λειτουργίας και τον έλεγχο της ανατομίας των έσω γεννητικών οργάνων της γυναίκας.
Το δεύτερο είναι ΤΟ ΥΠΕΡΗΧΟΓΡΑΦΗΜΑ ΑΥΧΕΝΙΚΗΣ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ, ΑΝΙΧΝΕΥΣΗΣ ΤΟΥ ΡΙΝΙΚΟΥ ΟΣΤΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΡΗΣΗΣ ΤΩΝ ΠΡΩΤΕΪΝΩΝ ΡΑΡΡ-Α ΚΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΗΣ β-ΗΟΟ. Βασικοί του στόχοι είναι ο πρώιμος έλεγχος της εμβρυϊκής ανατομίας και ο προσδιορισμός κινδύνου για χρωμοσωμικές ανωμαλίες του εμβρύου.
Το τρίτο είναι ΤΟ ΥΠΕΡΗΧΟΓΡΑΦΗΜΑ Β-ΕΠΙΠΕΔΟΥ. Το υπερηχογράφημα αυτό καλό είναι να εκτελείται σε ηλικία κυήσεως 20 - 23 εβδομάδων. Ο κύριος σκοπός του είναι ο λεπτομερής έλεγχος της εμβρυϊκής ανατομίας. Ένα φυσιολογικό υπερηχογράφημα β' επιπέδου μειώνει σημαντικά τον κίνδυνο να έχει το έμβρυο κάποια σοβαρή συγγενή ανωμαλία χωρίς όμως να τον εξαλείφει.
Ένα τέταρτο υπερηχογράφημα καλό είναι να γίνεται κατά την 30Ί-321 εβδομάδα της κύησης για την εκτίμηση τη.; ομαλής εμβρυϊκής ανάπτυξης.
Σε περιπτώσεις παθολογίας της κύησης (π.χ. υπερτασική νόσος, διαβήτης, υπολειπόμενη ανάπτυξη) μπορεί να χρειαστούν εξειδικευμένες υπερηχογραφικές εξετάσεις όπως :
Α. Το Έγχρωμο Doppler κυήσεως και
Β. Το Βιοφυσικό Προφίλ.
Πλην των διαγνωστικών υπερηχογραφικών εξετάσεων μπορεί, κατά τη διάρκεια της κύησης, να προκύψει ανάγκη διάγνωσης ή παρέμβασης με επεμβατικές μεθόδου; με τη βοήθεια της υπερηχογραφίας. Οι συνηθέστερες από αυτές είναι:
1. Η λήψη τροφοβλάστης
2. Η Αμνιοπαρακέντηση
3. Η Λήψη εμβρυϊκού αίματος
4. Η Ενδομήτρια μετάγγιση αίματος
5. Η Εκκενωτική αμνιοπαρακέντηση
6. Η Μείωση πολυδύμου κυήσεως
Η χρησιμότητα, οι δυνατότητες και οι ενδείξεις κάθε υπερηχογραφήματος και κάθε επεμβατικής μεθόδου αναλύονται πιο κάτω από εξειδικευμένους στο ίδιο αντικείμενο: συναδέλφους.
Τονίζεται ότι οι υπερηχογραφικοί έλεγχοι της αυχενικής διαφάνειας (με την ανίχνευση του ρινικού οστού), του 6-επιπέδου καθώς και οι ενδομήτριες επεμβάσεις απαιτούν εξαιρετικά μεγάλη εμπειρία και πρέπει να διενεργούντα: από εξειδικευμένους στο αντικείμενο ιατρούς και με μηχανήματα υψηλής τεχνολογίας.